Πλαίσιο κινήτρων για την ενίσχυση των επενδύσεων στο φάρμακο στη χώρα μας επεξεργάζεται η Πανελλήνια Ένωση Φαρμακοβιομηχανίας (ΠΕΦ) σε συνεργασία με τον Σύνδεσμο Φαρμακευτικών Επιχειρήσεων Ελλάδος (ΣΦΕΕ), ενόψει του νέου αναπτυξιακού νόμου που αναμένεται σύντομα από την κυβέρνηση.
Τα κίνητρα αυτά όμως, θα πρέπει να συμπεριληφθούν στον ευρύτερο σχεδιασμό για την υγεία, ώστε κάθε ευρώ που δαπανάται συνολικά για την περίθαλψη -για το φάρμακο και για την υγεία – να έχει προστιθέμενη αξία, καθώς οι πόροι είναι περιορισμένοι, όμως θα πρέπει να διασφαλιστεί η πρόσβαση των πολιτών στα φάρμακα.
Στους δημοσιονομικούς περιορισμούς στην φαρμακευτική δαπάνη αναφέρθηκε ο πρόεδρος της ΠΕΦ Θεόδωρος Τρύφων, σε συνέντευξη Τύπου για την παρουσίαση των επενδύσεων των νέων μονάδων παραγωγής των ελληνικών φαρμακευτικών DEMO, WinΜedica και Faran στη Βιομηχανική Περιοχή της Τρίπολης. Οι επενδύσεις αυτές στοχεύουν στην αύξηση της παραγωγικής δυνατότητας σε φάρμακα που είναι απαραίτητα όχι μόνο στη χώρα μας, αλλά και στην Ευρώπη, καθώς επίσης και στην παραγωγή πρώτων υλών, για τις οποίες η βασική παραγωγή γίνεται σήμερα στην Ινδία και την Κίνα. Πρόκειται για συνολική επένδυση ύψους 180 εκατ. ευρώ που θα δημιουργήσει τουλάχιστον 1000 νέες θέσεις εργασίας την ερχόμενη πενταετία, ενώ θα καλύψει σημαντικό μέρος των αναγκών για αντιβιοτικά και ογκολογικά φάρμακα, τόσο στη χώρα, όσο και στην Ευρώπη.
Υπερκατανάλωση φαρμάκων μέχρι και 64% καταγράφηκε το 2022 στην Ελλάδα σε σχέση με τον αντίστοιχο ευρωπαϊκό μέσο όρο
Περιορισμοί καινοτομίας στην υγεία
Ο κ. Τρύφων επεσήμανε ότι η ΠΕΦ συνεργάζεται με το υπουργείο Υγείας και τον ΕΟΠΥΥ για την εξεύρεση λύσεων, δεδομένου ότι κανένα προηγμένο κράτος δεν μπορεί να αντέξει το κόστος των νέων καινοτόμων θεραπειών. Για το λόγο αυτό, όλα τα κράτη Ισπανία, Πορτογαλία, Βέλγιο, Γαλλία, Βρετανία, επιτρέπουν την πρόσβαση στα 6 από τα 7 καινούρια φάρμακα με περιορισμούς στις ενδείξεις. «Προσπαθούμε να φέρουμε τα συστήματα αυτά από άλλες χώρες και στην Ελλάδα», είπε χαρακτηριστικά και πρόσθεσε ότι πλέον λειτουργούν καλύτερα οι Επιτροπές Αξιολόγησης και Διαπραγμάτευσης.
Στόχος είναι τα ποιοτικά γενόσημα να έχουν μεγαλύτερο μερίδιο αγοράς και για το λόγο αυτό χαρακτήρισε σημαντικό το θέμα των κινήτρων για επενδύσεις, καθώς με τις νέες επενδύσεις που έχουν ήδη προγραμματιστεί από τις ελληνικές φαρμακευτικές, θα είναι δυνατή η κάλυψη του 75% των αναγκών των Ελλήνων ασθενών με ελληνικά γενόσημα σε 5 χρόνια.
Από την πλευρά του ο αντιπρόεδρος της ΠΕΦ Δημήτρης Δέμος, πρόσθεσε πως ως το 2028 θα παράγονται ποιοτικά ογκολογικά φάρμακα που θα καλύπτουν το 25% των αναγκών, έναντι του μόλις 2% σήμερα.
Εστιάζοντας στα νοσοκομειακά φάρμακα, τόνισε ότι το 85% των ποσοτήτων των φαρμάκων που χρησιμοποιούνται στα νοσοκομεία κοστίζουν κάτω από 5 ευρώ και πρόκειται για βασικά φάρμακα, χωρίς τα οποία δεν μπορεί να παρασχεθεί περίθαλψη, όπως η ατροπίνη και η ξυλοκαϊνη.
Επισημαίνοντας το χαμηλό επίπεδο τιμών των γενοσήμων, ο κ. Τρύφων ανέφερε πως σε πρωτότυπο εκτός πατέντας φάρμακο η τιμή στο εξωτερικό είναι 20 ευρώ, ενώ εδώ η τιμή του είναι 0,76 ευρώ. Με το παράδειγμα αυτό σημείωσε πως οι χαμηλές τιμές είναι η αιτία απόσυρσης πολλών φαρμάκων με αποτέλεσμα την έλλειψή τους.
Αποσύρσεις λόγω κόστους
Σύμφωνα με μελέτη, από το 2016 μέχρι σήμερα έχουν αποσυρθεί εξαιτίας αυτού του λόγου περί τα 3.500 φάρμακα.
Με τις επενδύσεις όμως των ελληνικών φαρμακευτικών, ο κ. Τρύφων ανέφερε πως ήδη έχει τριπλασιαστεί η παραγωγή ενός σημαντικού αντιβιοτικού (αμοξυκιλλίνη με κλαβουλανικό οξύ), καλύπτοντας όχι μόνο τις ανάγκες της χώρας μας, αλλά και της Γαλλίας, όταν αντιμετωπίζει ελλείψεις κατά την επόμενη διετία. Συνολικά οι επενδύσεις των ελληνικών φαρμακευτικών, ξεπερνούν το 1,2 δισ. ευρώ από το 2019, φέρνοντας τη χώρα μας μεταξύ των 5 μεγάλων παραγωγών της Ευρώπης σε φάρμακο.
Το περιβάλλον του φαρμάκου
Σε ότι αφορά την υποχρηματοδότηση της φαρμακευτικής πολιτικής της χώρας μας, ο κ Τρύφων είπε ότι ενόσω οι προϋπολογισμοί για φάρμακα παραμένουν σταθεροί εδώ και αρκετά χρόνια, από το 2014 ο αριθμός των συνταγών έχει αυξηθεί κατά 30% και η μέση αξία της κάθε συνταγής κατά 40%.
Στοιχεία της ΠΕΦ που παρουσίασε ο επιστημονικός διευθυντής της Ένωσης Μάρκος Ολλανδέζος, δείχνουν ότι κάθε χρόνο παρατηρείται αύξηση των αναγκών για φάρμακα κατά 5-8% και το έλλειμμα χρηματοδότησης ξεπερνά το 1,5 δισ. ευρώ, ποσό που καταβάλλεται από τη φαρμακοβιομηχανία μέσω clawback και τους ασθενείς μέσω της συμμετοχής ή της ίδιας δαπάνης τους για φάρμακα.
Ο κ. Ολλανδέζος τεκμηριώνοντας την υπερκατανάλωση φαρμάκων, παρατήρησε ότι σε 14 δραστικές ουσίες, η κατανάλωση στη χώρα μας ήταν αυξημένη κατά 39% σε σχέση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο το 2019, κατά 62% το 2021 και κατά 64% το 2022.
Τα 10 πρώτα μοναδικά φάρμακα που δεν μπορούν να αντικατασταθούν με άλλο όμοιό τους διαμορφώνουν τιμές από 0,44 – 1,61 ευρώ.
Στα νοσοκομεία, από 1826 δραστικές ουσίες, οι 20 πρώτες αποτελούν το 44,7% της δαπάνης, φτάνοντας τα 557 εκατ. ευρώ, οι 50 πρώτες το 66,5% της δαπάνης φτάνοντας τα 806 εκατ. ευρώ και οι 100 πρώτες το 82% της δαπάνης, ξεπερνώντας το 1 δις. ευρώ.
Αντίθετα, το 86% της ποσότητας των φαρμάκων που χρησιμοποιούνται στα νοσοκομεία, απορροφούν μόλις το 5,5% της αξίας και κοστίζουν κάτω από 5 ευρώ. Τα φάρμακα που κοστίζουν μεταξύ 5-15 ευρώ αποτελούν το 8% του όγκου και το 3,3% της αξίας και τα φάρμακα μεταξύ 15-30 ευρώ αποτελούν το 2% του όγκου και το 2,3% της αξίας των φαρμάκων που χορηγούνται στα νοσοκομεία.
Στην Ευρώπη παρατηρείται μεγάλη συγκέντρωση σε βασικά φάρμακα όπου το 56% των αντιβιοτικών έχουν μέχρι 2 προμηθευτές και το 70% των ογκολογικών φαρμάκων, όπως αντίστοιχα συμβαίνει και με το 70% των ογκολογικών παρόχων.
Καταλήγοντας ο κ. Ολλανδέζος αναφέρθηκε στη βιωσιμότητα του συστήματος, λέγοντας πως οι παρεμβάσεις θα πρέπει να εστιάσουν στη χρηματοδότηση, τον έλεγχο της κατανάλωσης και τον περιορισμό της υποκατάστασης, την εκλογίκευση των επιστροφών και τον εξορθολογισμό της ασφαλιστικής αποζημίωσης.