Με τη Δύση να έχει παραδεχτεί ότι ακόμη και το μεγάλο πακέτο βοήθειας που ενέκριναν οι ΗΠΑ δεν πρόκειται να καταστήσει στον βραχύ χρόνο εφικτή μια νικηφόρα ουκρανική αντεπίθεση, προκρίνοντας αντίθετα μια τακτική αντοχής», ήταν επόμενο η Ρωσία να πάρει την πρωτοβουλία των κινήσεων στα μέτωπα της Ουκρανίας ανοίγοντας ένα επιπλέον μέτωπο, την ώρα που ο Βλαντιμίρ Πούτιν προχώρησε σε ιδιαίτερα σημαντικές αλλαγές ως προς τα πρόσωπα που βρίσκονται σε θέσεις ευθύνης.

Το άνοιγμα του νέου μετώπου

Στα ίδια τα πεδία των μαχών η σημαντικότερη εξέλιξη του τελευταίου διαστήματος είναι το άνοιγμα ενός επιπλέον μετώπου προς το Χάρκοβο στην βορειοανατολική Ουκρανία.

Όλα δείχνουν ότι η σκοπιμότητα αυτού του νέου μετώπου είναι λιγότερο η κατάληψη του Χάρκοβου, που είναι μια μεγάλη πόλη και άρα εξ αυτού του γεγονότος και μόνο ένα ιδιαίτερα οχυρό σημείο για τις αμυνόμενες δυνάμεις, όσο το ίδιο το γεγονός του ανοίγματος ενός επιπλέον μετώπου που σημαίνει ότι οι ουκρανικές ένοπλες δυνάμεις θα πρέπει να στείλουν δυνάμεις ώστε να αντισταθούν στη ρωσική προέλαση, κάτι που με τη σειρά του σημαίνει ότι δοκιμάζονται τα όρια αντοχής τους. Ταυτόχρονα, αυτό θα αποτελεί και μια απάντηση στα ουκρανικά χτυπήματα στην ευρύτερη περιοχή του Μπελγκορόντ.

Αυτή ήταν, άλλωστε, και η παραδοχή του Ουκρανού στρατηγού Κύρυλο Μπουντάνοφ, επικεφαλής της ουκρανικής στρατιωτικής υπηρεσίας πληροφοριών, που υποστήριξε ότι σκοπός των ρωσικών επιθέσεων είναι να αποσπαστούν δυνάμεις από άλλα μέτωπα και να φανούν τα υπαρκτά όρια των ουκρανικών εφεδρειών που ήδη δυσκολεύονται να αναπληρώσουν τις απώλειες. Στα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι ουκρανικές δυνάμεις είναι και ότι υπήρξε και κακοδιαχείριση των κονδυλίων που δόθηκαν για οχυρώσεις σε αυτές τις περιοχές με αποτέλεσμα αρκετές να μην φτιαχτούν ποτέ.

Την ίδια στιγμή και στο κύριο ανατολικό μέτωπο η ρωσική πλευρά δείχνει να κλιμακώνει τα πλήγματα κυρίως αξιοποιώντας τον τρόπο που βελτίωσε τις σοβιετικής τεχνολογίας βόμβες FAB ώστε να μπορούν να ρίχνονται από μαχητικά SU-35 από ασφαλέστερες ως προς την ουκρανική αεράμυνα αποστάσεις.

Είναι σαφές ότι τόσο η ουκρανική πλευρά όσο και οι σύμμαχοί της φοβούνται ότι στο συγκεκριμένο τμήμα του μετώπου θα καταγραφεί τελικά μια ήττα και άρα μια ενίσχυση της ρωσικής θέσης. Αυτό εξηγεί και την έκτακτη επίσκεψη του Άντονι Μπλίνκεν στο Κίεβο, σε μια προσπάθεια τόνωσης του ηθικού της ουκρανικής πλευράς, αλλά και για να επιβεβαιώσει την εμπιστοσύνη των ΗΠΑ στον Βολοντιμίρ Ζελένσκι του οποίου τυπικά η θητεία λήγει στις 20 Μαΐου και μετά από το σημείο αυτό η παραμονή στο αξίωμα θα στηρίζεται στην επιβολή του στρατιωτικού νόμου που δεν επιτρέπει τη διενέργεια εκλογών, οπότε μένει στη θέση του ο ήδη εκλεγμένος πρόεδρος. Μάλιστα, ήδη δημοσιεύματα αναφέρουν ότι η Ρωσία θα εκμεταλλευτεί αυτή την παράταση της θητείας Ζελένσκι για να αμφισβήτηση την τυπική και ουσιαστική νομιμοποίησή του.

Την ίδια στιγμή παρότι προβλήθηκε ως αποφασιστική τομή, το πακέτο βοήθειας 60 δισεκατομμυρίων που εγκρίθηκε ως βοήθεια στην Ουκρανία, δύσκολα θα μπορέσει να αλλάξει ριζικά το συσχετισμό δύναμης, καθώς από αυτό περίπου μόνο τα 14,5 δισεκατομμύρια θα πάνε για την ενίσχυση του Ουκρανικού κράτους και την αγορά όπλων όταν αυτά είναι διαθέσιμα, ενώ πολύ μεγάλο μέρος τους αφορά την αναπλήρωση του αμερικανικού οπλοστασίου.

Ο νέος υπουργός Άμυνας της Ρωσίας Αντρέι Μπελούσοφ

Οι μεγάλες αλλαγές στις οποίες προχώρησε ο Πούτιν

Έχοντας επανεκλεγεί με ιδιαίτερα υψηλά ποσοστά ο Βλαντιμίρ Πούτιν προχώρησε σε μεγάλες αλλαγές στην κυβέρνησή του, που δείχνουν ότι σκέπτεται σε μεγαλύτερο βάθος χρόνου.

Ας μην ξεχνάμε ότι ο Πούτιν δεν έχει βάλει ως στόχο μόνο να κερδίσει τον πόλεμο στην Ουκρανία αλλά και να μπορέσει να αναμορφώσει τη Ρωσική οικονομία και να την μεγαλώσει ακόμη περισσότερο.

Όμως, αυτό προσκρούει πάνω στον τεράστιο όγκο των αμυντικών δαπανών που φτάνουν το 6,7% του ΑΕΠ, κάτι που γεννάν τον φόβο της επανάληψης της δεκαετίας του 1980 όταν ο μεγάλος όγκος των αμυντικών δαπανών γονάτισε συνολικά την σοβιετική οικονομία.

Αυτό μπορεί να εξηγήσει και γιατί επιλέχτηκε ο έμπειρος στα οικονομικά Αντρέι Μπελούσοφ για τη θέση του υπουργού Άμυνας αντί του Σεργκέι Σοϊγκού που εκτός των άλλων χρεώνεται ότι υπό τη δική του επίβλεψη υπήρξαν αρκετά κρούσματα διαφθοράς.

Όλα δείχνουν ότι το κομμάτι της αμιγώς στρατιωτικής τακτικής θα αφεθεί στον επικεφαλής του επιτελείου στρατηγό Γκερασίμοφ με τον Μπελούσοφ να έχει την εποπτεία της συνολικότερης διαχείρισης του υπουργείου.

Το ενδιαφέρον είναι ότι παρότι τα πράγματα στο πεδίο των μαχών τείνουν προς μια επιτάχυνσης των εξελίξεων προς όφελος της Ρωσίας, οι αλλαγές αυτές παραπέμπουν σε σχεδιασμό με μεγαλύτερη διάρκεια. Δεν είναι τυχαία, άλλωστε, και η δήλωση του εκπροσώπου Τύπου του Κρεμλίνου Ντμίτρι Πεσκόφ ότι «στο πεδίο της μάχης σήμερα, ο νικητής είναι αυτός που είναι ανοιχτός στην καινοτομία. Γι’ αυτό σε αυτή τη φάση ο πρόεδρος πήρε την απόφαση να βάλει ένα πολιτικό πρόσωπο επικεφαλής του υπουργείου Άμυνας».

Όλα αυτά δείχνουν είναι ότι ο Πούτιν εκτιμά ότι ανεξαρτήτως των άμεσων εξελίξεων στο ουκρανικό μέτωπο η αντιπαράθεση με τη Δύση και τις ΗΠΑ θα κρατήσει αρκετά ακόμη. Η ικανότητα της Ρωσίας να κερδίσει τον πόλεμο στη βάση μιας παρατεταμένης κούρσας εξοπλισμών οφείλει να συνδυαστεί με την ικανότητα να μπορέσει να πετύχει ένα μοντέλο οικονομικής ανάπτυξης που να αναβαθμίσει συνολικά τη ρωσική οικονομία.

Από συνάντηση Πούτιν και Σι τον περασμένο Οκτώβριο

Η σημασία της επίσκεψης στην Κίνα

Όλα αυτά εξηγούν και την ιδιαίτερη βαρύτητα που αποδίδει η ρωσική πλευρά στις οικονομικές σχέσεις με την Κίνα, που επιτρέπουν σε μεγάλο βαθμό να αντισταθμίζονται οι επιπτώσεις από τις δυτικές κυρώσεις στη Ρωσία, παρότι η κινεζική πλευρά είναι ιδιαίτερα προσεκτικά ως προς να αποφύγει να βρεθεί και αυτή στο στόχαστρο κυρώσεων σε δεύτερο βαθμό.

Και αυτό εξηγεί και την πολλαπλή σημασία της επίσκεψης Πούτιν στο Πεκίνο για να συναντήσει τον Kινέζο ηγέτη Σι Τζινπίνγκ. Γιατί είναι σαφές ότι σκοπός της επίσκεψης δεν είναι μόνο να δώσει αυτή την εικόνα μιας ενότητας των δύο χωρών απέναντι στη Δύση, σε πείσμα όλων των προσπαθειών να υπάρξει ένα ρήγμα ώστε η Ρωσία να βρεθεί απομονωμένη, αλλά και να αναβαθμιστεί και η οικονομική συνεργασία των δύο χωρών.

Άλλωστε, το διμερές εμπόριο είναι αυξήθηκε σημαντικά και έφτασε πέρσι τα 240 δισεκατομμύρια δολάρια, σημειώνοντας αύξηση 26%, με τη Ρωσία να ξεπερνά τη Σαουδική Αραβία ως ο βασικός προμηθευτής της Κίνας σε πετρέλαιο, την ώρα που η Κίνα γίνεται ο βασικός προμηθευτής προϊόντων υψηλής τεχνολογίας για τη Ρωσία. Όμως, οι μεταξύ τους άμεσες επενδύσεις παραμένουν σχετικά χαμηλές και υπάρχει ακόμη αρκετός δρόμος για οικονομική συνεργασία που να μην περιορίζεται στο εμπόριο αλλά σε έναν συνολικότερο οικονομικό συντονισμό που θα διαμόρφωνε τελικά και έναν διαφορετικό συσχετισμό σε παγκόσμια κλίμακα.



Source link

Από skopelostv

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *