Οι πρώτες 100 ημέρες μιας νέας διακυβέρνησης στις ΗΠΑ -και όχι μόνο- αποτελούν συνήθως μια περίοδο πολιτικού σπριντ για την εφαρμογή κομβικών νομοσχεδίων στην ατζέντα του νικητή: εν προκειμένω του Ντόναλντ Τραμπ.
Έχοντας ως γνώμονα τα στραβοπατήματα της «παρθενικής» θητείας του στον Λευκό Οίκο, μετά τις προεδρικές εκλογές του 2016, ο ίδιος τώρα υπόσχεται -ή απειλεί, αναλόγως πώς το βλέπει καθείς- ότι η διαδικασία «θα σας γυρίσει το κεφάλι».
Αρχής γενομένης από τις 20 Ιανουαρίου, ημέρα της ορκωμοσίας του στη δεύτερη θητεία του στον Λευκό, ο Ντόναλντ Τραμπ έχει δεμευστεί για την εφαρμογή συνολικά 41 προεκλογικών υποσχέσεών του στο «άψε-σβήσε».
Περιλαμβάνουν μαζικές απελάσεις παράτυπων μεταναστών.
Νέες ταξιδιωτικές απαγορεύσεις και ανάκληση ιθαγένειας.
Επανεξέταση του καθεστώτος απασχόλησης περίπου 50.000 ομοσπονδιακών υπαλλήλων.
Εκ νέου απόσυρση των ΗΠΑ από τη Συμφωνία του Παρισιού για το Κλίμα και ακύρωση της πολιτικής της απερχόμενης κυβέρνησης Μπάιντεν για την πράσινη ενέργεια και τις γεωτρήσεις.
Κατάργηση της προστασίας για τους τρανσέξουαλ μαθητές στα αμερικανικά σχολεία.
Απονομή χάριτος στους καταδικασθέντες για συμμετοχή στην εξέγερση της 6ης Ιανουαρίου του 2021 και την τότε εισβολή στο Καπιτώλιο.
Όλα αυτά μπορεί να συμβούν μέσω εκτελεστικών διαταγμάτων.
Όμως «ακόμη και ένας ισχυρός άνδρας μπορεί να ανακαλύψει ότι υπάρχουν όρια στο τι μπορεί να κάνει», όπως επισημαίνει ο αρθρογράφος των Los Angeles Times, Ντόιλ ΜακΜάνους.
Οι πολέμιοι αυτών των σχεδίων αναμένεται να καταθέσουν σειρά αγωγών κατά των εκτελεστικών διαταγμάτων, όπως είχε άλλωστε συμβεί πολλάκις στην αρχή της πρώτης προεδρίας Τραμπ, το 2017.
Πολλά από τα διατάγματά του είχαν αμφισβηθεί άμεσα μέσω της δικαστικής οδού ως «έκνομες προσπάθειες παράκαμψης του Κογκρέσου» και έμειναν στον «πάγο» για μήνες ή και χρόνια.
Αλλά αυτός δεν είναι ο μοναδικός λόγος που ο 47ος πρόεδρος των ΗΠΑ αναμένεται, παρά τη μετεκλογική παντοδυναμία του, να έχει μπροστά του έναν δρόμο μετ’ εμποδίων.
«Στενωπός» στη Βουλή των Αντιπροσώπων
Το γεγονός ότι οι Ρεπουμπλικανοί έχουν -τουλάχιστον έως τις ενδιάμεσες εκλογές του 2026- τον έλεγχο του Κογκρέσου δεν αποτελεί εχέγγυο για τάχιστη και απρόσκοπτη προώθηση της νομοθετικής ατζέντας του Ντόναλντ Τραμπ.
Και δη στις πρώτες 100 ημέρες, με πλέον ακανθώδη να αναδεικνύονται κομβικά ζητήματα διακυβέρνησης, όπως τα δημοσιονομικά.
Αιτίες είναι οι εσωτερικές έριδες στο κυβερνών κόμμα και η οριακή -όπως προκύπτει σε αυτή τη φάση- ρεπουμπλικανική πλειοψηφία στη Βουλή των Αντιπροσώπων.
Η τελευταία βουλευτική έδρα κρίθηκε μόλις προ ημερών, έναν και πλέον μήνα μετά τις εκλογές της 5ης Νοεμβρίου.
Ήταν στη 13η εκλογική περιφέρεια της πολιτείας της Καλιφόρνιας και την κέρδισαν οι Δημοκρατικοί.
Έφτασαν έτσι τις 215 έδρες, έναντι 220 που έχουν οι Ρεπουμπλικανοί -δύο περισσότερες από το ήμισυ του συνόλου.
Όμως αυτό ισχύει τώρα θεωρητικά, εξαιτίας των επιλογών του Ντόναλντ Τραμπ για τη στελέχωση της νέας κυβέρνησης του.
Έχει ήδη επιλέξει τρεις βουλευτές, που είτε έχουν ήδη παραδώσει την έδρα τους (όπως συνέβη με τον Ματ Γκέιτς, παρά το ότι αναγκάστηκε τελικά να αποσύρει τη σκανδαλώδη υποψηφιότητά του για το υπουργείο Δικαιοσύνης), είτε θα το κάνουν εντός του Ιανουαρίου, οπότε θα συγκληθεί το νομοθετικό σώμα υπό τη νέα σύνθεσή του.
Πρόκειται για τον βουλευτή από τη Φλόριντα, Μάικ Γουόλτς -επόμενο Σύμβουλο Εθνικής Ασφαλείας του Λευκού Οίκου- και την Ελίζ Στεφάνικ, βουλεύτρια από τη Νέα Υόρκη και οσονούπω πρέσβη των ΗΠΑ στον ΟΗΕ.
Οι ειδικές εκλογές για την αναπλήρωση των εδρών τους δεν θα γίνουν προ του Απριλίου.
Όπερ σημαίνει ότι η ρεπουμπλικανική πλειοψηφία στη Βουλή των Αντιπροσώπων θα είναι μέχρι τότε οριακή.
Και μάλιστα για ένα διάστημα που επικαλύπτει τις πρώτες 100 ημέρες της νέας κυβέρνησης Τραμπ.
Αυτό πρακτικά κάνει ασφυκτικά στενά τα περιθώρια στις τάξεις των Ρεπουμπλικανών στις εκάστοτε ψηφοφορίες, καθιστώντας σχεδόν απαγορευτικές τις διαρροές ψήφων.
Κάτι πάντως που δεν αποφεύχθηκε στην απερχόμενη Βουλή.
«Ούτε να αρρωστήσεις»…
Το πόσο στενά είναι τα περιθώρια σκιαγράφησε ο ίδιος ο (πρώην και επόμενος) Ρεπουμπλικανός πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων.
«Κάθε ψήφος θα μετρά», τόνισε ο Μάικ Τζόνσον.
«Ακόμη κι αν κάποιος βουλευτής αρρωστήσει ή έχει αυτοκινητιστικό ατύχημα ή καθυστέρηση σε αεροπορική πτήση, η απουσία του θα επηρεάσει τις ψηφοφορίες».
Στους μετεκλογικούς «πονοκεφάλους» του Ντόναλντ έρχεται εν τω μεταξύ να προστεθεί ένα κύμα δυσφορίας στις τάξεις των μετριοπαθών Ρεπουμπλικανών γερουσιαστών από τις προεδρικές επιλογές για το νέο υπουργικό συμβούλιο.
Ορισμένες από τις υποψηφιότητες εκτιμάται ότι δύσκολα θα πάρουν το «πράσινο φως» από τη Γερουσία, παρά τον έλεγχο του σώματος από τους Ρεπουμπλικανούς.
Μετά τη σκανδαλώδη περίπτωση του Ματ Γκέιτς, στο προσκήνιο τώρα βρίσκεται η υποψηφιότητα του ακροδεξιού συνωμοσιολόγου Πιτ Χέγκσεθ για το υπουργείο Άμυνας.
Πλέον φέρεται να ωθείται και αυτός προς την πόρτα της εξόδου, με φημολογούμενο πιθανό νέο υποψήφιο επικεφαλής του Πενταγώνου τον κυβερνήτη της Φλόριντα -και πρώην εσωκομματικό αντίπαλο του Τραμπ- Ρον ΝτεΣάντις.
Με φόντο δε τις συνεχιζόμενες «καραμπόλες» στη σύνθεση του νέου υπουργικού συμβουλίου των ΗΠΑ, ορισμένες κομβικές προεκλογικές εξαγγελίες Τραμπ κινδυνεύουν να πέσουν μετεκλογικά σε «τοίχο».
Κινούμενη διερευνητικά, κυρίως ως προς το εσωκομματικό πεδίο, η ηγεσία των Ρεπουμπλικανών στο Κογκρέσο διαμηνύει ότι θα αρχίσει το νομοθετικό έργο με την ασφάλεια των συνόρων, την ενέργεια και την άμυνα, προτού στραφεί στις φορολογικές περικοπές.
Ο χρόνος μετρά ωστόσο ήδη αντίστροφα για το ακανθώδες ζήτημα της χρηματοδότησης της ομοσπονδιακής κυβέρνησης για το υπόλοιπο του οικονομικού έτους και την αύξηση του (ήδη δυσθεώρητου) ορίου χρέους έως τις 2 Ιανουαρίου.
Κατά παραδοχή του Ρεπουμπλικανού προέδρου της Βουλής των Αντιπροσώπων, δεν υπάρχει ακόμη συναίνεση επί των σχετικών προτάσεών του.
Ακόμη όμως κι αν εξασφαλίσει μικρή παράταση στη μάχη πέριξ των δημοσίων δαπανών, θεωρείται βέβαιο ότι ο Ντόναλντ Τραμπ θα βρεθεί σύντομα να έχει στα χέρια του άλλη μια «καυτή πατάτα».