Μπορεί ο άρτι αυτοανακηρυχθείς «μεταβατικός πρόεδρος» στη Συρία της μετά Άσαντ εποχής, ο Άχμαντ αλ Σάρα, να μην χρησιμοποιεί πια το τζιχαντιστικό nom de guerre Αμπού Μοχάμεντ αλ Τζολάνι και να φορά κοστούμι στις πλείστες όσες συναντήσεις του με ξένους αξιωματούχους -άνευ χειραψίας εάν πρόκειται για γυναίκα- όμως πολλές από τις βασικές υποσχέσεις για την επόμενη ημέρα μένουν στα λόγια.
Ενάμιση μήνα μετά την ανατροπή της δυναστείας Άσαντ, η Συρία συνεχίζει να βρίσκεται σε αχαρτογράφητα νερά.
Επισήμως κυβερνάται από μια μεταβατική κυβέρνηση, με στελέχη της οργάνωσης Χαγιάτ Ταχρίρ αλ Σαμ (HTS) του αλ Τζολάνι, που -ως πρώην παρακλάδι της αλ Κάιντα- παραμένει στις δυτικές λίστες περί τρομοκρατίας.
Δεν έχει ακόμη ενιαίο στρατό, ενόσω η Τουρκία και το Ισραήλ διαγκωνίζονται στην κατάληψη εδαφών και σε περιφερειακό ρόλο, με το ζήτημα των Κούρδων της Συρίας να παραμένει το πλέον ακανθώδες.
Με το επί Άσαντ Σύνταγμα σε αναστολή, η κατάρτιση ενός νέου παραπέμπεται σε βάθος τουλάχιστον τριετίας, με τα δικαιώματα των μειονοτήτων -εθνοτικών και θρησκευτικών- καθώς και των γυναικών να παραμένουν στον «αέρα».
Αυτά σε ένα κράτος πρώην κοσμικό, όπου τώρα -υπό το γενικό πρόσταγμα της HTS- τον πρώτο λόγο αναμένεται να έχει ο ισλαμικός νόμος της Σαρία.
Τούτων λεχθέντων, η προσωρινή κυβέρνηση της Δαμασκού είχε κάθε λόγο να πανηγυρίζει για την τελευταία απόφαση των ΥΠΕΞ της ΕΕ για σταδιακή άρση κυρώσεων που είχαν επιβληθεί επί καθεστώτος Άσαντ.
Αν και η απόφαση των «27» έχει γεωπολιτικές «ουρές» και αστερίσκους, για την de facto νέα τζιχαντιστική ηγεσία της Συρίας αποτελεί ακόμη ένα σήμα διεθνούς νομιμοποίησης, παρά το αβέβαιο μέλλον της χώρας.
Είχαν προηγηθεί η επίσκεψη στην Άγκυρα της επικεφαλής της ευρωπαϊκής διπλωματίας, Κάγια Κάλας, καθώς και η απόφαση της Δαμασκού να απαγορεύσει, μεταξύ άλλων, την εισαγωγή προϊόντων από το Ιράν και τη Ρωσία (κατεξοχήν υποστηρικτές του καθεστώτος Άσαντ), καθώς και το Ισραήλ.
«Μαστίγιο και καρότο»
Η Συρία παραμένει ένα από τα κράτη με τις πιο αυστηρές κυρώσεις παγκοσμίως.
Με προεξάρχουσες τις ΗΠΑ, την ΕΕ και τον Καναδά, επιβλήθηκαν κατά του καθεστώτος του Μπασάρ αλ Άσαντ, με φόντο τη βίαιη καταστολή των αντικυβερνητικών διαδηλώσεων του 2011 και τον μετέπειτα εμφύλιο στη χώρα.
Ορισμένες κυρώσεις της Δύσης χρονολογούνται ακόμη νωρίτερα, απ’ όταν στην εξουσία στη Δαμασκό ήταν ο Χαφέζ Αλ Άσαντ, «πατριάρχης» της δυναστείας.
Εδώ και σχεδόν 15 χρόνια, η ΕΕ έχει σταδιακά «παγώσει» τα περιουσιακά στοιχεία πολλών στελεχών του πρώην καθεστώτος, έχει επιβάλει εμπάργκο όπλων και αυστηρές κυρώσεις που επηρεάζουν ολόκληρους οικονομικούς τομείς, όπως τη βιομηχανία ενέργειας, τις τράπεζες, τις αερομεταφορές.
Αν και μένει να αποσαφηνιστεί το ακριβές πλαίσιο και χρονοδιάγραμμα για την εν μέρει χαλάρωση ορισμένων εξ αυτών των μέτρων, το «πράσινο φως» βάσει πολιτικής συμφωνίας των «27» είναι πλέον γεγονός.
Επισήμως, αποφασίστηκε ένας οιονεί «οδικός χάρτης», με προϋποθέσεις και μπόλικους «αστερίσκους» ως προς τα επόμενα βήματα της νέας ηγεσίας της Δαμασκού.
Υπό αυτό το πρίσμα, αναμένεται χαλάρωση των κυρώσεων στον ενεργειακό τομέα.
Ενδεικτικά, η Γερμανίδα απερχόμενη ΥΠΕΞ Αναλένα Μπέρμποκ μνημόνευσε ως πιθανό παράδειγμα την επαναλειτουργία μονάδας παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας της Siemens, η οποία έχει μείνει εδώ και χρόνια ανενεργή, απουσία συντήρησης και ανταλλακτικών.
Με τις επενδύσεις -δημόσιες και ιδιωτικές- για την ανοικοδόμηση της κατεστραμμένης Συρίας εν τω μεταξύ να βρίσκονται πλέον στο τραπέζι, τίθεται και θέμα επαναφοράς των συναλλαγών μεταξύ ευρωπαϊκών και συριακών τραπεζών.
Προφανώς δημιουργεί τεράστια ερωτήματα και προσκόμματα το γεγονός ότι η οργάνωση HTS του de facto ηγέτη της Συρίας συνεχίζει να χαρακτηρίζεται τρομοκρατική από τον ΟΗΕ, τις ΗΠΑ, αλλά και την ίδια την ΕΕ.
Όχι τυχαία, η Κάγια Κάλας υπογράμμισε ότι το σχέδιο περιλαμβάνει και αναστροφή των μέτρων χαλάρωσης.
Πρόκειται πρακτικά για μια πρακτική «μαστιγίου και καρότου» έναντι της νέας ηγεσίας στη Δαμασκό.
Υψηλό διακύβευμα, αμφιλεγόμενα αποτελέσματα
Πέρα από την εκκρεμή ακόμη μοιρασιά της τεράστιας «πίτας» της συριακής ανοικοδόμησης και της μελλοντικής επαναχάραξης του ενεργειακού χάρτη στην ευρύτερη περιοχή, προτεραιότητα για τις Βρυξέλλες φαίνεται να αποτελεί στην παρούσα φάση η αποτροπή της δημιουργίας μιας «μαύρης τρύπας» στη Συρία.
Η χαρακτηριζόμενη «βήμα-βήμα» χαλάρωση των κυρώσεων παρουσιάζεται ότι θα πηγαίνει «χέρι-χέρι» με τις δημοκρατικές μεταρρυθμίσεις.
Ένα κόντρα «στοίχημα», εάν λάβει κανείς υπόψη του τη σημερινή, εξτρεμιστικών καταβολών και ιδιαζόντως τουρκόφιλη νέα ηγεσία της Δαμασκού.
«Δεν πρόκειται για λευκή επιταγή», έσπευσε να τονίσει η Αναλένα Μπέρμποκ, ανακοινώνοντας την αποδέσμευση επιπλέον τριών εκατομμυρίων ευρώ από τη Γερμανία για το έργο της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα στη Συρία.
Ειδικά για την προεκλογικών ρυθμών χώρα της -όπως και για την υπόλοιπη Ευρώπη της πολυκρίσης και της ακροδεξιάς «λαίλαπας»- τα βλέμματα είναι στραμμένα στο προσφυγικό.
Η προσδοκία είναι ότι, δίνοντας στους αμφιλεγόμενους νέους κυβερνώντες της Δαμασκού κίνητρα για την οικοδόμηση μιας πολυσυλλεκτικής Συρίας, εκατοντάδες χιλιάδες Σύροι πρόσφυγες στην ΕΕ θα μπορέσουν να επιστρέψουν στην πατρίδα τους.
Αντίστροφα, ο «φόβος που φυλάει τα έρημα» είναι τυχόν νέες προσφυγικές ροές, σε περίπτωση αποτυχίας του νέου καθεστώτος, οι πραγματικές προθέσεις του οποίου παραμένουν ασαφείς.
Από πλευράς ΕΕ, η τακτική αυτή αποτελεί δίκοπο «μαχαίρι».
Παρά τις όποιες προβαλλόμενες δικλείδες ασφαλείας, η υπό προϋποθέσεις χαλάρωση των κυρώσεων σηματοδοτεί μια εν μέρει ευρωπαϊκή νομιμοποίηση του νέου καθεστώτος, για το οποίο παραμένει ακόμη άγνωστο εάν σκοπεύει να δημιουργήσει στις ακτές της Μεσογείου ένα νέου τύπου «Αφγανιστάν».
Αυτό, δε, ενώ η νέα κυβέρνηση Τραμπ στις ΗΠΑ κρατά ακόμη κλειστά τα χαρτιά της, τόσο ως προς το μέλλον των εν ισχύ σκληρών αμερικανικών κυρώσεων σε βάρος της Συρίας, όσο κυρίως για το κομβικό ζήτημα των Κούρδων.
Διαγκωνισμός «πατρώνων» στη Συρία
Μέχρι το ξέσπασμα του εμφυλίου πολέμου και τη μετέπειτα τζιχαντική «λαίλαπα» -συμπεριλαμβανομένου του μη εξουδετερωμένου ISIS- η οικονομία της πετρελαιοπαραγωγού Συρίας θεωρούνταν ακμάζουσα για τα δεδομένα της Μέσης Ανατολής.
Όμως έπειτα από περίπου 14 χρόνια καταστροφής, δεν έχει μείνει σχεδόν τίποτα όρθιο στη ρημαγμένη χώρα.
Απόρροια και των διεθνών κυρώσεων, το ΑΕΠ της μειώθηκε κατά 84%, σύμφωνα με την Παγκόσμια Τράπεζα.
Οι κυρώσεις στην ενέργεια βύθισαν την παραγωγή πετρελαίου, από 300.000 βαρέλια, σε μόλις 40.000.
Συνολικά, επηρέασαν κάθε τομέα της οικονομικής παραγωγής.
Το «μάρμαρο» ωστόσο πλήρωσαν οι απλοί πολίτες και όχι τα μέλη του καθεστώτος Άσαντ.
Βασικά αγαθά, όπως τρόφιμα και φάρμακα, έγιναν είδος πολυτελείας για τον εναπομείναντα πληθυσμό, σε σημαντικό βαθμό εσωτερικά εκτοπισμένο -ενόσω περισσότερα από έξι εκατομμύρια αναγκάστηκαν να πάρουν το δρόμο της προσφυγιάς.
Σήμερα, το 70% των κατοίκων της Συρίας εξαρτάται από τη διεθνή ανθρωπιστική βοήθεια.
Το 90% βρίσκεται -σύμφωνα με στοιχεία του ΟΗΕ- κάτω από το όριο της φτώχειας.
Σε συζητήσεις με αξιωματούχους της ΕΕ, οι νέοι ηγέτες στη Δαμασκό έχουν ζητήσει επανειλημμένα να ανασταλούν πρώτα οι οικονομικές κυρώσεις.
«Θα πρέπει να είναι ένα σαφές το μήνυμα από την ΕΕ στους νέους κυβερνώντες στη Συρία ότι η Ευρώπη υποστηρίζει την ανοικοδόμηση της -σε μεγάλο βαθμό- κατεστραμμένης χώρας», τόνισε η Εσθονή Ύπατη Εκπρόσωπος της ΕΕ για την Εξωτερική Πολιτική και την Πολιτική Ασφάλειας, Κάγια Κάλας.
Προειδοποίησε ότι έτεροι παράγοντες, όπως η Ρωσία, θα μπορούσαν να γίνουν εταίροι των νέων κυβερνώντων στη Δαμασκό, εάν η ΕΕ δεν αναλάβει ενεργό ρόλο.
Προσώρας, συμβαίνει ήδη με την αποστολή καυσίμων από τις χώρες του Κόλπου και την Τουρκία.
Έχουν ήδη μειώσει κατά τι το δυσβάσταχτο κόστος ζωής και τις τιμές των τροφίμων, σε μια χώρα, ο λαός της οποίας παραμένει στο «κενό» και αναζητά εναγωνίως πρόθυμους «σωτήρες».